Μελέτες έχουν δείξει ότι τα άτομα που διέκοψαν το κάπνισμα, αύξησαν το βάρος τους κατά μέσο όρο 4-5 κιλά μέσα στα επόμενα χρόνια, με το μεγαλύτερο μέρος του βάρους αυτού να αυξάνεται κατά το πρώτο εξάμηνο. Επιπλέον, εκτιμάται ότι 10% των ατόμων που κόβουν το κάπνισμα αυξάνουν το βάρος τους κατά περίπου 15 κιλά.
Πώς όμως η διακοπή καπνίσματος σχετίζεται με την αύξηση βάρους; Σύμφωνα με διατροφολόγους και διαιτολόγους η νικοτίνη στα τσιγάρα επιταχύνει τον μεταβολισμό μας, καθώς αυξάνει τις θερμίδες που δαπανά το σώμα μας κατά περίπου 10%. Κατ’ εκτίμηση, ένας συστηματικός καπνιστής μπορεί να καίει 200-250 θερμίδες την ημέρα περισσότερες συγκριτικά με έναν μη καπνιστή. Άρα, η διακοπή του καπνίσματος μειώνει την ενεργειακή δαπάνη.
Αν αναρωτιέστε πάντως γιατί ανοίγει η όρεξη, σύμφωνα με τους ειδικούς αυτό συμβαίνει κυρίως στην προσπάθεια να καταπολεμηθούν τα αρνητικά συναισθήματα από την έλλειψη νικοτίνης. Επιπλέον, αυξάνονται τα τσιμπολογήματα κατά τη διάρκεια της ημέρας, αφού ο καπνιστής εκδηλώνει νευρικότητα και ψάχνει να αντικαταστήσει τη συνήθεια του τσιγάρου.
Η νικοτίνη δρα στη σχέση μεταξύ πείνας και κορεσμού κυρίως μέσω της δράσης της στη λεπτίνη
Οι διατροφολόγοι επισημαίνουν ότι η νικοτίνη δρα στη σχέση μεταξύ πείνας και κορεσμού κυρίως μέσω της δράσης της στη λεπτίνη, μια ορμόνη που ρυθμίζει το βάρος και το αίσθημα της πείνας. Δεδομένου ότι το κάπνισμα μπορεί να μειώσει την όρεξη, η διακοπή του οδηγεί στο αντίθετο αποτέλεσμα. Σταδιακά, μετά τη διακοπή του καπνίσματος, ανακτάται και πάλι η γεύση μας. Συνεπώς, το φαγητό αρχίζει να έχει καλύτερη γεύση με αποτέλεσμα ο πρώην καπνιστής να αναζητά περισσότερα και πιο νόστιμα τρόφιμα προς κατανάλωση.
Τα μεγάλα και θερμιδογόνα γεύματα εντείνουν την επιθυμία για κάπνισμα.
Ποιοι πρέπει να είναι οι στόχοι της διατροφής στη φάση της διακοπής του καπνίσματος; Σύμφωνα με τους διατροφολόγους θα πρέπει να υπάρχει ένα υγιεινό και ισορροπημένο πρόγραμμα διατροφής. Τα μεγάλα και θερμιδογόνα γεύματα εντείνουν την επιθυμία για κάπνισμα. Το κλειδί στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η εφαρμογή μικρών και συχνών γευμάτων, αλλά και η σταθερότητα όσον αφορά στην κατανάλωσή τους. Συστήνεται δηλαδή να τρώνε σε καθορισμένους χρόνους: πρωινό, δεκατιανό, μεσημεριανό, απογευματινό, βραδινό και να αποφεύγουν το ενδιάμεσο τσιμπολόγημα».
Αποφυγή γλυκισμάτων, λιπαρών τροφών και αλμυρών σνακ
Η κατανάλωση αλμυρών και λιπαρών τροφίμων προκαλεί την επιθυμία για κάπνισμα, λόγω της έντονης γεύσης τους. Από την άλλη, τα γλυκά, λόγω του ότι οδηγούν σε αυξομειώσεις των επιπέδων σακχάρου στο αίμα, προκαλούν πείνα και κατ’ επέκταση ανάγκη για τσιγάρο. Οι ειδικοί σημειώνουν ότι μία καλή λύση είναι ένα ολιγοθερμιδικό σνακ, όπως φρούτα ή κομμένα λαχανικά (πχ στικς αγγουριού, καρότου, πιπεριάς, σέλινου). Εάν η ανάγκη για τσιμπολόγημα είναι πιο συχνή, τη λύση δίνουν τσίχλες ή καραμέλες χωρίς ζάχαρη.
Επαρκής ενυδάτωση
Επίσης, σημαντική είναι η αύξηση στην κατανάλωση νερού και υγρών γενικότερα, για να επιτευχθεί επαρκής ενυδάτωση. Με τον τρόπο αυτό, θα γίνεται καλύτερη απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών αλλά και αποκατάσταση της γεύσης, που θα είναι προσωρινά αλλοιωμένη λόγω του καπνίσματος. Επιπλέον, η πρόσληψη υγρών οδηγεί και σε εντονότερο κορεσμό.
Επαρκής πρόσληψη αντιοξειδωτικών ουσιών
Ένα στοιχείο του καπνίσματος είναι ότι ευθύνεται για την εμφάνιση οξειδωτικού στρες στα κύτταρα. Τα φρούτα και τα λαχανικά, εκτός του ότι έχουν ελεγχόμενες θερμίδες, είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά συστατικά, όπως οι βιταμίνες Α (καρότο, τομάτα, καρπούζι) και C (εσπεριδοειδή, φράουλα, πιπεριά, μπρόκολο). Επιπλέον, συστήνεται η χρήση ελαιολάδου, καθώς είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε βιταμίνη Ε. Άλλες αντιοξειδωτικές ουσίες είναι οι πολυφαινόλες, που βρίσκονται στα σταφύλια και τα παράγωγά τους (πχ, στο κρασί), καθώς και στο πράσινο τσάι, το οποίο είναι πλούσιο σε κατεχίνες.