Tο εθνικό ποτό της Ελλάδας πίνεται σε 40 χώρες σε όλο τον κόσμο. Ευεργετικό για την υγεία

Διατροφή

Το νησί της Λέσβου και ειδικότερα το Πλωμάρι θεωρείται η πατρίδα του ούζου. Ωστόσο, αναφορές για ένα αλκοολούχο ποτό, που γίνεται λευκό με την προσθήκη νερού, βρέθηκαν σε ανασκαφές στο χωριό Μάρμαρο στη Χίο, καταδεικνύοντας ότι οι Χιώτες κατανάλωναν ούζο πιθανότατα πολύ πριν τα Βυζαντινά Χρόνια.

Σε κάθε περίπτωση, η Λέσβος πήρε τα σκήπτρα κατά τη Ρωμαϊκή εποχή, έχοντας πλέον αποκτήσει μακρά παράδοση στην παραγωγή του Ούζου. Σε όλο το νησί παράγονται 12 διαφορετικά ούζα.

Η παραγωγή ούζου στη Λέσβο καλύπτει το 50% της συνολικής παραγωγής στην Ελλάδα. Εδώ, το Ούζο ξεκίνησε να παράγεται το 19ο αιώνα από ελληνικές οικογένειες και αποστάζεται μέχρι και σήμερα με τον ίδιο παραδοσιακό τρόπο. Το ούζο αγαπήθηκε από Έλληνες και ξένους και έχει χαρακτηριστεί το εθνικό ποτό της Ελλάδας.

Η προέλευση της ονομασίας του ούζου δεν είναι γνωστή με απόλυτη σιγουριά. Έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις για την προέλευση της λέξης ούζο.

Μια από τις θεωρίες είναι η εξής: Η Μασσαλία αποτέλεσε τον πρώτο προορισμό εξαγωγών της Ελλάδας. Στα κιβώτια που εξάγονταν, αναγραφόταν η φράση “uso di Massalia”, δηλαδή “προς χρήση στη Μασσαλία”. Λόγω της υψηλής ποιότητας των προϊόντων που εξάγονταν εκεί, η φράση αυτή έγινε συνώνυμη της καλής ποιότητας.

Tο όνομα και η προέλευση του Ούζου προστατεύονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση ( ΓΕ – Γεωγραφική Ένδειξη), κάτι που σημαίνει ότι μόνο το ούζο που έχει παραχθεί στην Ελλάδα ή στην Κύπρο μπορεί να ταυτοποιηθεί με αυτήν την ονομασία. Στον ευρωπαϊκό κατάλογο αναγνωρισμένων γεωγραφικών ενδείξεων αλκοολούχων ποτών έχουν ενταχθεί το Ούζο Πλωμαρίου, Μυτιλήνης, Μακεδονίας, Θράκης και Καλαμάτας.

Το ούζο σήμερα εξάγεται σε πάνω από 40 χώρες παγκοσμίως με κυριότερη αγορά αυτή της Γερμανίας.

Πως προστατεύει την υγεία μας

Το άρωμα του ούζου οφείλεται στον γλυκάνισο. Στο φυτό αυτό περιέχονται οργανικές χημικές ουσίες οι οποίες ονομάζονται τερπένια. Πολλαπλές μελέτες έχουν καταδείξει ότι τα τερπένια αποτελούν ουσίες οι οποίες παρουσιάζουν σημαντική αντιφλεγμονώδη και αντιοξειδωτική δράση.

Μεταξύ άλλων εμφανίζουν ισχυρά αντιοξειδωτικά χαρακτηριστικά που προστατεύουν τα κύτταρα και τους ιστούς του οργανισμού από τις ελεύθερες ρίζες, στις οποίες οφείλονται πολλές ασθένειες (π.χ. καρδιοπάθειες, διάφορες μορφές καρκίνου, γήρανση του δέρματος, σκλήρυνση κατά πλάκας κλπ.).

Επίσης τα τερπένια είναι γνωστό ότι παρεμποδίζουν την οξείδωση της LDL (γνωστή ως «κακή» χοληστερίνη). Πειράματα έδειξαν ότι προστατεύουν το ήπαρ, δρουν κατά του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού και επομένως συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του έλκους και ανακουφίζουν ασθενείς με νόσο του Crohn βελτιώνοντας την κλινική τους εικόνα και μειώνοντας τη φλεγμονή.