Είχαν Επαύλεις και το 432 π.Χ… Ήταν κοσμημένες με εντυπωσιακά ψηφιδωτά δάπεδα

Uncategorized Πολιτισμός

Στην αναβάθμιση του αρχαιολογικού χώρου της Ολύνθου, στη Χαλκιδική, σε επίπεδο φωτισμού, αλλά και υποδομών ασφάλειας, προχωρά το υπουργείο Πολιτισμού, με σκοπό την ασφαλή κίνηση επισκεπτών και θεατών στην ιπποδάμεια αρχαία πόλη.

Το έργο έχει συνολικό προϋπολογισμό 1.091.612 ευρώ και χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης και περιλαμβάνει επεμβάσεις για τη βελτίωση της προσβασιμότητας προς τον αρχαιολογικό χώρο, αλλά και επεμβάσεις για τον φωτισμό και την ασφάλεια.

Με τη βελτίωση των υποδομών αναβαθμίζεται αισθητικά και λειτουργικά ο μοναδικός αυτός αρχαιολογικός χώρος της Κεντρικής Μακεδονίας, που φιλοξενεί ποικίλες εκδηλώσεις κατά τους θερινούς μήνες. H μελέτη φωτισμού έχει σκοπό την ασφαλή κίνηση των επισκεπτών, την ανάδειξη των εξωτερικών διαδρομών, της κεντρικής πλατείας και της φύτευσης. Προβλέπεται γενικός φωτισμός διαδρομών και οδού προς το Μουσείο του αρχαιολογικού χώρου και φωτισμός σε διαμορφώσεις πρασίνου και κήπου.

Η μελέτη συστημάτων ασφαλείας περιλαμβάνει προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα για την προστασία από πυρκαγιά, με τοποθέτηση δικτύου καμερών, οι οποίες θα λειτουργούν μέσω ασύρματου τηλεπικοινωνιακού συστήματος, ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος και η λειτουργία τους σε πραγματικό χρόνο από οπουδήποτε και από εξουσιοδοτημένο χρήστη μέσω κωδικού ασφαλείας. Προβλέπεται δυνατότητα ηχητικής ενημέρωσης και παροχής οδηγιών προς τους επισκέπτες, αλλά και η τοποθέτηση ενημερωτικών πινακίδων για την καθοδήγηση των επισκεπτών.

Η αρχαία πόλη της Ολύνθου ιδρύθηκε, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, στα μέσα του 7 ου αι. π.Χ. από τους Βοττιαίους και το 479 π.Χ. καταστράφηκε από τους Πέρσες. Το 432 π.Χ. ο Βασιλιάς των Μακεδόνων Περδίκκας Β΄ έπεισε τους κατοίκους πολλών παραθαλάσσιων πόλεων της Χαλκιδικής να συνοικισθούν στην Όλυνθο, η οποία αποτέλεσε την πολυανθρωπότερη και πλουσιότερη πόλη της περιοχής.

Κατείχε πρωταγωνιστικό ρόλο στα πολιτικά γεγονότα της Χαλκιδικής έως το 348 π.Χ., οπότε καταστράφηκε ολοκληρωτικά από τον Φίλιππο Β΄. Η πόλη είναι κτισμένη πάνω στο βόρειο λόφο σύμφωνα με το ιπποδάμειο σύστημα. Κατά την ανασκαφική έρευνα από την Αμερικανική Αρχαιολογική Σχολή (1928-1938) ερευνήθηκε το μεγαλύτερο τμήμα της πόλης και ήλθε στο φως ένα από τα καλύτερα δείγματα πολεοδομικού σχεδιασμού και οικιστικής αρχιτεκτονικής (περισσότερες από 100 κατοικίες) από την κλασική εποχή.

Στο νότιο τμήμα του λόφου εντοπίστηκαν κτήρια δημόσιου χαρακτήρα. Στο νοτιοανατολικό τμήμα, έξω από τα τείχη της πόλης, εντοπίστηκε ο νεότερος τομέας της κτισμένος μετά το 379 π.Χ., επίσης με το ιπποδάμειο σύστημα, όπου βρέθηκαν πλούσιες κατοικίες με συμβατικές ονομασίες όπως Έπαυλη της Αγαθής Τύχης, του Ηθοποιού, των Δίδυμων Ερώτων, κοσμημένες με εντυπωσιακά ψηφιδωτά δάπεδα.