Αυτή η σκάλα οδηγεί στον… κάτω κόσμο. Το πιο συγκλονιστικό μέρος του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Εικόνες

Ο τόπος μας

Χτισμένο πάνω σε έναν λοφίσκο, κοντά στο χωριό Μεσοπόταμος της Πρέβεζας, βρίσκεται το αρχαιότερο μαντείο νεκρών της αρχαιότητας, το Νεκρομαντείο του Αχέροντα. Εδώ οι αρχαίοι τοποθετούσαν τις πύλες του Κάτω Κόσμου, την είσοδο στο βασίλειο του Άδη.

Οι ανασκαφές στο Νεκρομαντείο Αχέροντα πραγματοποιήθηκαν τα έτη 1958-1964 και 1976-1977 υπό την αιγίδα της Αρχαιολογικής Εταιρείας και ήταν το πρώτο ιερό και μαντείο των θεών του Κάτω Κόσμου που έγινε γνωστό.

Το κύριο τμήμα του ιερού χρονολογείται στους πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους (τέλη 4ου – αρχές 3ου αι. π.Χ.), ενώ σε μια δεύτερη οικιστική φάση, κατά τα τέλη του 3ου αι. π.Χ., προστέθηκε στα δυτικά του αρχικού ιερού ένα συγκρότημα με μια κεντρική αυλή, γύρω από την οποία υπήρχαν δωμάτια και αποθήκες. Πρόκειται για χώρους που χρησιμοποιούσαν οι ιερείς και οι επισκέπτες του ιερού για τη διαμονή τους.

Το ιερό με αυτή τη μορφή λειτούργησε αδιάλειπτα για περίπου δύο αιώνες. Η λειτουργία του σταμάτησε το 167 π.Χ. όταν οι Ρωμαίοι κατέκτησαν τη Μακεδονία.

Στις αρχές του 18ου αιώνα οικοδομήθηκε στο χώρο η μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, που σώζεται μέχρι σήμερα.

Αρχιτεκτονικά το Νεκρομαντείο Αχέροντα μπορεί να συγκριθεί με ένα μεγαλοπρεπές ταφικό μνημείο, όπως αυτά διαμορφώθηκαν στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. στη Μικρά Ασία και στην Ανατολή για την ταφή επιφανών προσώπων.

Οι πιστοί έμπαιναν σε ένα σκοτεινό διάδρομο και ο ιερέας τους οδηγούσε στους κατάλληλους χώρους για να γίνει η προετοιμασία τους. Παρέμεναν εκεί για κάποιες μέρες ακολουθώντας ένα τελετουργικό σωματικής και ψυχικής “κάθαρσης” πριν περάσουν στην μεγάλη σκοτεινή αίθουσα για να συναντήσουν τις ψυχές των νεκρών.

Το σκηνικό που είχε στηθεί -άρτια οργανωμένο κατασκευαστικά και μελετημένο προσεκτικά από τους ιερείς για τις ανάγκες του μαντείου- προκαλεί ανατριχίλα ακόμη και σήμερα.

Συνεχίζει να είναι πρώτο σε επισκεψιμότητα το Νεκρομαντείο του ...

Ο επισκέπτης, σήμερα, κατά την περιήγησή του στον αρχαιολογικό χώρο, κατεβαίνει σήμερα μία απότομη σιδερένια σκάλα για να περάσει σε μία υπόγεια αίθουσα, λαξευμένη στο βράχο, η οποία στηρίζεται σε 15 τόξα από πωρόλιθο.

Στον επιβλητικό χώρο επικρατεί η απόλυτη, σχεδόν απόκοσμη, σιγή… Κι αυτό που τελικά εντυπωσιάζει είναι η θαυμαστή ηχομόνωση του χώρου!

Η ιδιαίτερα αξιοσημείωτη ακουστική του χώρου της υπόγειας αίθουσας στο Νεκρομαντείο Αχέροντα δεν μπορούσε παρά να μπει στο “μικροσκόπιο” των σύγχρονων ερευνητών.

Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στην υπόγεια αίθουσα, όπου βασιλεύει… άκρα του τάφου σιωπή, οι ακουστικές τιμές πλησιάζουν την ακουστικότητα που έχουν οι ανηχοϊκοί θάλαμοι (πολύ καλά ηχομονωμένοι χώροι). Ταυτόχρονα ο χρόνος αντήχησης του χώρου είναι εξαιρετικά χαμηλός.

Οι ερευνητές μετά από πολυετείς έρευνες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο χώρος ήταν συνειδητά κατασκευασμένος ώστε να δημιουργεί στον επισκέπτη έντονα ψυχοακουστικά φαινόμενα.

Οι αρχαίοι Έλληνες, λοιπόν, είχαν καταφέρει να φτιάξουν, για τις ανάγκες λειτουργίας του μαντείου, μία προσομοίωση του Κάτω Κόσμου όπου βασιλεύει -τι άλλο;- το σκοτάδι και η απόλυτη σιωπή!

Η παλαιότερη αναφορά του Νεκρομαντείου του Αχέροντα γίνεται από τον Όμηρο στην Οδύσσεια, όταν η Κίρκη συμβουλεύει τον Οδυσσέα να συναντήσει στον Κάτω Κόσμο τον τυφλό μάντη Τειρεσία και να πάρει χρησμό για την επιστροφή στην πατρίδα του (κ 488 κ.ε.), και αμέσως παρακάτω δίνει τη συναρπαστική περιγραφή της καθόδου του Οδυσσέα, ενός θνητού, στον Άδη (λ 24 κ.ε.).

Η ομοιότητα της ομηρικής περιγραφής με τη θέση του νεκρομαντείου είναι εκπληκτική, στοιχείο που παρατηρεί και ο Παυσανίας σχεδόν χίλια χρόνια αργότερα, θεωρώντας ότι ο Όμηρος πρέπει να είχε δει τα μέρη αυτά (1.17.5). Ωστόσο, στην ελληνική μυθολογία και άλλοι ήρωες είχαν τολμήσει αυτή την κατάβαση στον Άδη: ο Ορφέας για να φέρει στη γη την αγαπημένη του Ευρυδίκη, ο Ηρακλής για να φέρει στο βασιλιά Ευρυσθέα τον Κέρβερο, τον τρικέφαλο σκύλο-φύλακα της εξόδου από τον Άδη, και ο Θησέας με τον Πειρίθου για να αρπάξουν την Περσεφόνη.
Η παλαιότερη χρήση του λόφου όπου σώζεται το νεκρομαντείο ανάγεται στη μυκηναϊκή εποχή (14ος-13ος αι. π.Χ.), στην οποία χρονολογούνται τρεις παιδικοί τάφοι με λιγοστά ευρήματα.

Αργότερα στο χώρο πρέπει να ιδρύθηκε ιερό αφιερωμένο στη θεότητα της Γης, όπως δείχνουν όστρακα αγγείων και πήλινα ειδώλια, που βρέθηκαν στους δυτικούς πρόποδες του λόφου και χρονολογούνται μέχρι και τα μέσα του 7ου αι. π.Χ. Τα σωζόμενα λείψανα του νεκρομαντείου χρονολογούνται στην ελληνιστική περίοδο.

Πρόταση για δημιουργία Ψηφιακού Μουσείου για τον Αχέροντα και το ...