Δεν ήλπιζε τίποτα, δεν φοβόταν τίποτα, έφυγε λέφτερος…

Πρόσωπα

Σαν Σήμερα, στις 26 Οκτωβρίου 1957, αφήνει την τελευταία του πνοή στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας ο Νίκος Καζαντζάκης. ήταν Έλληνας συγγραφέας, δημοσιογράφος, πολιτικός, μουσικός, ποιητής και φιλόσοφος, με πλούσιο λογοτεχνικό, ποιητικό και μεταφραστικό έργο. Αναγνωρίζεται ως ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες λογοτέχνες και ως ο περισσότερο μεταφρασμένος παγκοσμίως.

Έγινε ακόμη γνωστότερος μέσω της κινηματογραφικής απόδοσης των έργων του “Ο Χριστός ξανασταυρώνεται”, “Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά” και “Ο Τελευταίος Πειρασμός”. Ήταν ένας από τους πιο σεβαστούς από το λαό και από τους πλέον αναγνωρισμένους στο εξωτερικό, συγγραφείς.

Ο κορυφαίος οικουμενικός συγγραφέας και διανοούμενος συνέβαλε με το πολυμεταφρασμένο έργο του στην εξάπλωση του πνευματικού οράματος της νεώτερης Ελλάδας σε όλο τον κόσμο.​

Το 1953 προσβλήθηκε από μία μόλυνση στο μάτι, γεγονός που τον υποχρέωσε να νοσηλευτεί αρχικά στην Ολλανδία και αργότερα στο Παρίσι. Τελικά έχασε την όρασή του από το δεξί μάτι.

Η στάση της Εκκλησίας στα έργα του…

Τον Ιούνιο του 1954 ο Καζαντζάκης, απαντώντας στις απειλές της εκκλησίας για τον αφορισμό του, εξαιτίας των έργων του “Καπετάν Μιχάλης” και “Ο Τελευταίος Πειρασμός”, έγραψε σε επιστολή του: «Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω μια ευχή: Σας εύχομαι να ‘ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου και να ‘στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ».

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν αρμόδιο να λάβει σχετικές αποφάσεις. Στις 22 Ιουνίου 1954 συνεδρίασε η Ιερά Σύνοδος. Εκεί ο Φλωρίνης Βασίλειος εισηγήθηκε τον αφορισμό του συγγραφέα εάν κυκλοφορούσαν και άλλα αντιχριστιανικού περιεχομένου βιβλία του. ” Ο Τελευταίος Πειρασμός” προστέθηκε στις 12 Ιανουαρίου 1954 στον Κατάλογο των Απαγορευμένων Βιβλίων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, το καταργηθέν πλέον Index Librorum Prohibitorum. Ο Καζαντζάκης απέστειλε τότε σχετικό τηλεγράφημα στην Επιτροπή του Index με τη φράση του χριστιανού απολογητή Τερτυλλιανού «Ad tuum, Domine, tribunal appello», δηλαδή «Στο Δικαστήριό σου, Κύριε, κάνω έφεση».

Το 1955 κυκλοφόρησε τελικά στην Ελλάδα “Ο Τελευταίος Πειρασμός”. Ο «Ζορμπάς» του Καζαντζάκη εκδόθηκε στο Παρίσι το 1947 και με την επανέκδοση του το 1954 βραβεύτηκε ως το καλύτερο ξένο βιβλίο της χρονιάς.

Ο θάνατος και η περιπέτεια ταφής του

Ο Καζαντζάκης κατέληξε στις 26 Οκτωβρίου 1957 σε ηλικία 74 ετών. Σύμφωνα με μαρτυρίες η λευχαιμία εμφανίστηκε στον Καζαντζάκη κατά το χειμώνα του 1938, 19 χρόνια πριν απ’ το τέλος του, το οποίο αποδίδεται σε βαριάς μορφής ασιατική γρίπη.

Η σορός του μεταφέρθηκε στο στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας. Η Ελένη Καζαντζάκη ζήτησε από την Εκκλησία της Ελλάδος να τεθεί η σορός του σε λαϊκό προσκύνημα, επιθυμία την οποία ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Θεόκλητος Β΄ απέρριψε με τη δικαιολογία του ότι υπήρχαν σχετικοί φόβοι πρόκλησης επεισοδίων εκ μέρους παραεκκλησιαστικών οργανώσεων. Μάλιστα εστάλησαν σχετικά τηλεγραφήματα προς τον Αρχιεπίσκοπο.

Έτσι, η σορός του συγγραφέα μεταφέρθηκε στο Ηράκλειο.

Συνοδευόταν από την σύζυγό του, τον Γεώργιο Παπανδρέου και τον Κακριδή. Το αεροσκάφος για τη μεταφορά διέθεσε ο Αριστοτέλης Ωνάσης. Η ταφή έγινε στην Τάπια Μαρτινέγκο, πάνω στα βενετσιάνικα τείχη του Ηρακλείου, διότι η ταφή του σε νεκροταφείο απαγορεύτηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος.

Στον τάφο του Νίκου Καζαντζάκη χαράχτηκε, όπως το θέλησε ο ίδιος, η επιγραφή:
“Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος”…

Διαδώστε το Εδώ ζεις