Γυναίκα. Μία αστείρευτη πηγή έμπνευσης των Ελλήνων ποιητών. “… Άραγε τί ώρα νάναι δίχως εσένα;”

Αφιερώματα

Παγκόσμια ημέρα της γυναίκας σήμερα, ως ημέρα μνήμης των αγώνων του κινήματος για τα δικαιώματα των γυναικών. Πρωτογιορτάστηκε στις 28 Φεβρουαρίου 1909 στην Νέα Υόρκη, ως Εθνική Ημέρα της Γυναίκας, με πρωτοβουλία του Σοσιαλιστικού Κόμματος των ΗΠΑ, σε ανάμνηση μιας μεγάλης εκδήλωσης διαμαρτυρίας που έγινε στις 8 Μαρτίου 1857 από εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη, οι οποίες ζητούσαν καλύτερες συνθήκες εργασίας.

Στις 19 Μαρτίου 1911 γιορτάστηκε για πρώτη φορά η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας στην Αυστρία, την Γερμανία, την Ελβετία και την Δανία. Κοινός τόπος και στις τέσσερις χώρες ήταν η ψήφος στις γυναίκες και η ανάδειξη των γυναικών σε δημόσια αξιώματα.

Γυναίκες: Δυναμικές, ευαίσθητες, προκλητικές, γραφικές, αγνές, τολμηρές, απρόβλετες, γοητευτικές, τρυφερές, αποφασιστικές, συναρπαστικές…

Η γυναίκα ήταν, είναι και θα είναι, για πάντα, μια αστείρευτη πηγή έμπνευσης των ποιητών, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά στον κόσμο ολόκληρο…

1. Στίχοι του Νικηφόρου Βρεττάκου αφιερωμένοι σε μια γυναίκα…

«… Άραγε τί ώρα νάναι δίχως εσένα;

Γιατί κι ο χρόνος φεύγει παράξενα δίχως εσένα.

Κι ο ήλιος φωτίζει παράξενα.

Σε ποιον να τον δώσω;

Περίσσεψε ο ήλιος, αγάπη μου, δίχως εσένα…

Κουβεντιάζουμε οι δυο μας μέσα στο άπειρο,

αγάπη μου, φως με φως… ».

2. Και ο Κωστής Παλαμάς, εμπνευσμένος κι αυτός από κάποια γυναικεία παρουσία, γράφει, πριν από έναν περίπου αιώνα:

Σαν σήμερα πεθαίνει ο Κωστής Παλαμάς - Σε μεγάλη αντικατοχική συγκέντρωση εξελίσσεται η κηδεία

«Ήρθα να δω τον ίσκιο της από το παραθύρι πριν σβήσει το κερί, τον ίσκιο απ’ το κεφάλι της την ώρα που θα γείρει να γλυκοκοιμηθεί… Το φως μου είν’ αβασίλευτο. Γνώρισα την Αγάπη, σ’ έζησα πια, ζωή».

3. Ο σπουδαίος ποιητής μας Άγγελος Σικελιανός εμπνέεται από τη γυναίκα του Άννα, και της γράφει λόγια που ξεχειλίζουν από λατρεία κι αφοσίωση:

Άγγελος Σικελιανός: Ο μέγιστος Λευκαδίτης ποιητής μας, 5 φορές υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας - Εύα και Άννα οι δύο γυναίκες της ζωής του - Η 1η ερωτεύτηκε γυναίκες αλλά τον παντρεύτηκε! | eirinika.gr

«Γλυκό μου φως, αναπνοή μου, αίμα μου, θεϊκά μαλλιά μου, μάτια μου, σφραγίδα της καρδιάς μου, στόμα μου γλυκό, απαντοχή μου, λύτρωσή μου, Αγάπη μου… Ψυχή μου!… Εσύ, το νόημα το μοναδικό και απέραντο όλης μου της ειμαρμένης… Αγαπημένη στη Ζωή, Αγαπημένη στο Θάνατο κι ως το βάθος του τάφου μας, πάθος μου ατελεύτητο και άναρχο, ως την καρδιά της Αιωνιότητας…».

4. Κική Δημουλά, «Σημείο Αναγνωρίσεως» – άγαλμα γυναίκας με δεμένα χέρια

Κική Δημουλα 1931-2020 - Την τελευταία της πνοή, σε ηλικία 89 ετών άφησε η μεγαλύτερη σύγχρονη Ελληνίδα ποιήτρια | Eptanews.gr

Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα,

εγώ σε προσφωνώ γυναίκα κατευθείαν.

Στολίζεις κάποιο πάρκο. Από μακριά εξαπατάς.

Θαρρεί κανείς πως έχεις ελαφρά ανακαθήσει

να θυμηθείς ένα ωραίο όνειρο που είδες,

πως παίρνεις φόρα να το ζήσεις.

Από κοντά ξεκαθαρίζει το όνειρο:

δεμένα είναι πισθάγκωνα τα χέρια σου

μ’ ένα σκοινί μαρμάρινο

κι η στάση σου είναι η θέλησή σου

κάτι να σε βοηθήσει να ξεφύγεις

την αγωνία του αιχμαλώτου.

Έτσι σε παραγγείλανε στο γλύπτη: αιχμάλωτη.

Δεν μπορείς ούτε μια βροχή να ζυγίσεις στο χέρι σου,

ούτε μια ελαφριά μαργαρίτα.

Δεμένα είναι τα χέρια σου. Και δεν είν’ το μάρμαρο μόνο ο Άργος.

Αν κάτι πήγαινε ν’ αλλάξει στην πορεία των μαρμάρων,

αν άρχιζαν τ’ αγάλματα αγώνες για ελευθερίες και ισότητες,

όπως οι δούλοι, οι νεκροί και το αίσθημά μας,

εσύ θα πορευόσουνα μες στην κοσμογονία των μαρμάρων

με δεμένα πάλι τα χέρια, αιχμάλωτη.

Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα, εγώ σε λέω γυναίκα αμέσως.

Όχι γιατί γυναίκα σε παρέδωσε στο μάρμαρο ο γλύπτης

κι υπόσχονται οι γοφοί σου ευγονία αγαλμάτων, καλή σοδειά ακινησίας.

Για τα δεμένα χέρια σου, που έχεις όσους πολλούς αιώνες σε γνωρίζω, σε λέω γυναίκα.

Σε λέω γυναίκα γιατ’ είσ’ αιχμάλωτη.

5. Γιώργης Παυλόπουλος, «Στης Κίρκης» (Από τη συλλογή «Το κατώγι» 1971)

Γιώργης Παυλόπουλος, Ποιήματα , Jorgis Pavlopoulos, Gedichte – frear

Πλάγιαζα στο σκοτάδι και την περίμενα ακούγοντας ν’ ανεβαίνει τη σκάλα

μέσ’ στη δροσιά του σπιτιού σαν ψίθυρος από φιλιά κι ανάσες.

Γύρευα τότε να ξεφύγω μα η ομορφιά της στάλαζε στα κόκαλά μου νύχτες που μελετούσα το κενό πηγαίνοντας από την ηδονή στον Άδη.

Και τα λαγόνια της να φέγγουνε στον ύπνο μου

ματόκλαδα και χείλια που τάσκιζε ο πόθος μου

κι ο γυρισμός στον ύπνο μου μονάχα λίγος καπνός από μακριά λουλούδια κι ένα δροσερό σταμνί.

Και το καράβι μου στον κήπο της δεμένο κι άγρυπνο σαν ένα μεγάλο μαύρο σκυλί

μου θύμιζε κάποτε τους σύντροφους που χάθηκαν ή τις παράξενες αφορμές της αγάπης.