Η μέρα που ο Ρίτσος υποκλίθηκε στον Ελύτη…

Θυμάμαι... Πρόσωπα

Σαν σήμερα, στις 19 Οκτωβρίου του 1979, η Βουλή των Ελλήνων, με μία λιτή, αλλά γεμάτη θαυμασμό εκδήλωση, όπως αρμόζει “στη σεμνή και ταπεινή ζωή του”,  τιμά τον Οδυσσέα Ελύτη. Μία ημέρα πριν, στις 18 Οκτωβρίου, η Σουηδική Ακαδημία είχε αναγγείλει την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας στον “ποιητή του Αιγαίου” «για την ποίησή του, που με φόντο την ελληνική παράδοση, με αισθηματοποιημένη δύναμη και πνευματική οξύνοια ζωντανεύει τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργία».

Ο τότε Πρόεδρος του Κοινοβουλίου, Δημήτριος Παπασπύρου, ανέφερε προς το Σώμα των βουλευτών ότι ” με τη βράβευση του ποιητή τιμάται και προβάλλεται σε παγκόσμια κλίμακα η χώρα μας και όλοι οι Έλληνες δικαιούμεθα να είμαστε υπερήφανοι για τον Οδυσσέα Ελύτη τον ποιητή του “άξιον εστί” και τόσων άλλων αριστουργημάτων”. Και πρόσθεσε: “Η νίκη του στον παγκόσμιο στίβο του πνεύματος αποτελεί δόξα για την Ελλάδα και τιμά ιδιαίτερα το Αιγαίο και την Κρήτη. Η Βουλή είναι υπερήφανη για το άξιο τέκνο της Ελλάδας”.

Ο Οδυσσέας Ελύτης παραβρέθηκε στην καθιερωμένη τελετή απονομής του βραβείου, στις 10 Δεκεμβρίου του 1979 και παρέλαβε το βραβείο από τον βασιλιά Κάρολο Γουστάβο. Στον λόγο του, στην Ακαδημία της Στοκχόλμης, μεταξύ άλλων είχε πει: «Δεν αρκεί να ονειροπολούμε με τους στίχους. Είναι λίγο. Δεν αρκεί να πολιτικολογούμε. Είναι πολύ. Κατά βάθος ο υλικός κόσμος είναι απλώς ένας σωρός από υλικά. Θα εξαρτηθεί από το αν είμαστε καλοί ή κακοί αρχιτέκτονες το τελικό αποτέλεσμα. Ο Παράδεισος ή η Κόλαση που θα χτίσουμε».

Για το Νόμπελ του 1979 συνυποψήφιος του Ελύτη ήταν ο Γιάννης Ρίτσος. Όταν το βραβείο περιήλθε στον Ελύτη, ο Ρίτσος έσπευσε να δηλώσει: «Η απονομή του βραβείου Νόμπελ στον μεγάλο μας Έλληνα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη δεν είναι μια τιμή προς τον Ελύτη, αλλά μια τιμή προς το ίδιο το Νόμπελ».

Τον επόμενο χρόνο ο Οδυσσέας Ελύτης κατέθεσε το χρυσό μετάλλιο και τα διπλώματα του βραβείου στο Μουσείο Μπενάκη, ενώ ακολούθησαν πλήθος ελληνικές και διεθνείς διακρίσεις: αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, ίδρυση έδρας νεοελληνικών σπουδών με τίτλο «Έδρα Ελύτη» στο Πανεπιστήμιο Ρούτγκερς του Νιού Τζέρσεϊ, απονομή του αργυρού μεταλλίου Benson από τη Βασιλική Φιλολογική Εταιρεία του Λονδίνου.

Ο κατά κόσμον Οδυσσέας Αλεπουδέλης, του Παναγιώτη και της Μαρίας Βρανά, με πατρική καταγωγή από την Παναγιούδα Λέσβου και γεννημένος στις 2 Νοεμβρίου του 1911 στο Ηράκλειο Κρήτης, ήταν το τελευταίο παιδί από τα έξι της οικογένειας. Ανατρεπτικός κι επαναστάτης από πολύ μικρή ηλικία, επέλεξε το ψευδώνυμο Ελύτης με το οποίο θα χαράξει τη δική του πορεία στον κόσμο και θα καταξιωθεί, αντί να χρησιμοποιήσει το κανονικό του επίθετο. Η επιλογή του αυτή συνοδεύτηκε με εκείνη της άρνησης να αναλάβει το πατρικό εργοστάσιο σαπωνοποιίας και πυρηνελαιουργίας που διατηρούσε η οικογένεια στο Ηράκλειο Κρήτης.

Σε συνέντευξή του είχε δηλώσει ότι “πήρα ψευδώνυμο γιατί θα ήτανε ντροπή να φτιάξω ένα έργο για το οποίο αφιέρωνα όλες μου τις δυνάμεις, όλο μου το πάθος μου για την αφιλοκέρδεια και να το ταυτίσω, ύστερα, με ένα όνομα συνυφασμένο με ο, τι ατομικά εγώ μισώ, δηλαδή, το πρακτικό πνεύμα, την εμπορική πίστη, τον άκρατο ωφελιμισμό”.

Διαδώστε το Εδώ ζεις