Μέσα σε δύο εβδομάδες ολοκληρώθηκε η μεταφορά στον Τύμβο Καστά 330 αρχιτεκτονικών μελών (μεγάλα κομμάτια μαρμάρου) τα οποία μπορούν να καλύψουν περίβολο μήκους περίπου 115 μέτρων. Ήταν στοιβαγμένα εκεί που βρίσκεται το Λιοντάρι της Αμφίπολης και τα οποία, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ανήκουν στον περίβολο του ταφικού μνημείου όπου και θα επανατοποθετηθούν.
Είναι η μαζικότερη μεταφορά αρχιτεκτονικών μελών στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα Μιχάλη Λεφαντζή.
Επίσης τις πρώτες μέρες του Ιανουαρίου θα γίνει σύσκεψη στην αντιπεριφέρεια Σερρών, με τη συμμετοχή των αρμόδιων Υπουργείων, για να ξεκινήσουν άμεσα και να ολοκληρωθούν τα απαραίτητα έργα υποδομών στην περιοχή του Τύμβου Καστά, όπως είναι η αντιπλημμυρική προστασία και θωράκιση, και η σύνδεσή της με το υπόλοιπο οδικό δίκτυο.
Το ερώτημα, όμως, είναι πότε θα μπορεί ο κόσμος να επισκεφθεί το χώρο. Οι εκτιμήσεις είναι ότι από τις αρχές του 2022 ο αρχαιολογικός χώρος θα μπορεί να είναι επισκέψιμος. Σε πρώτη φάση για ειδικές ομάδες κοινού, 5-6 επισκέπτες ανά ομάδες να επισκέπτονται το ταφικό μνημείο.
Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, υπενθύμισε ότι μεσολάβησαν 20 χρόνια από τη στιγμή που ανακαλύφθηκαν η μεγάλη τούμπα και ο τάφος του Φιλίππου από τον Μανώλη Ανδρόνικο στη Βεργίνα μέχρι να αποδοθούν στο κοινό, σημειώνοντας, όμως, ότι τα σύγχρονα μέσα κάνουν δυνατή την απόδοση στο κοινό σε λιγότερο χρόνο.
Το Λιοντάρι της Αμφίπολης
Ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας, Απόστολος Τζιτζικώστας, δήλωσε ότι
“ζω για την ημέρα που θα μεταφερθεί στον Τύμβο Καστά το Λιοντάρι της Αμφίπολης” και η κυρία Μενδώνη του απάντησε, «θα γίνει και αυτό». Όπως εξήγησε δε, η υπουργός Πολιτισμού, πρέπει πρώτα να γίνουν και να εγκριθούν οι σχετικές μελέτες για τη μεταφορά του. «Αυτά όλα θα γίνουν τη στιγμή που πρέπει να γίνουν και όταν έχει ολοκληρωθεί η ουσιαστική επιστημονική αντιμετώπιση του θέματος».
Ο Λέων της Αμφίπολης είναι έργο επιτάφιας πλαστικής του 4ου αιώνα προ κοινής χρονολόγησης, μνημείο πολεμικής δόξας και πράξης.
Είναι γλυπτό μεγάλων διαστάσεων με ύψος 5,37 μ. του οποίου τα τμήματα βρέθηκαν αρχικά από Έλληνες στρατιώτες το 1913 και κατόπιν από Άγγλους στρατιώτες το 1916 που κατασκεύαζαν οχυρωματικά έργα στην ευρύτερη περιοχή, σε απόσταση 4,4 χλμ σε ευθεία γραμμή από τον τύμβο. Το γλυπτό απεικονίζει λιοντάρι που κάθεται στα πίσω του πόδια. Το 1936 συναρμολογήθηκε και τοποθετήθηκε κοντά στην περιοχή όπου βρέθηκε, στη δυτική όχθη του Στρυμόνα.
Σύγχρονες διαδικτυακές λαϊκές δοξασίες θέλουν τον λέοντα να μην έχει γλώσσα, για να μην αποκαλύψει σε ποιον ανήκει ο τάφος, κρατώντας το μυστικό, ή τον δημιουργό του λέοντα να τον ρίχνει στη θάλασσα απογοητευμένος, μετά την διαπίστωση ότι ξέχασε να κατασκευάσει τη γλώσσα.