Τον θαυμασμό της για την ποιότητα των ελληνικών κρασιών εκφράζει σε άρθρο της στους Financial Times η διάσημη Βρετανίδα κριτικός οίνου Τζάνσις Ρόμπινσον.
«Οι άνθρωποι κάνουν ουρές για να τα αποκτήσουν” επισημαίνει εξηγώντας ότι η πολυμορφία του ελληνικού τοπίου εξηγεί γιατί τα ελληνικά κρασιά διαθέτουν εξαιρετικά ευδιάκριτα χαρακτηριστικά.
«Η δοκιμή περιελάμβανε 42 διαφορετικές ποικιλίες» γράφει η Ρόμπινσον και παρατηρεί ότι παρά το υψόμετρο, «η χώρα διακρίνεται για τα λευκά της κρασιά». Και προσθέτει:
«Αμπελώνες στην Μαντίνεια της κεντρικής Πελοποννήσου βρίσκονται στα 700 μέτρα υψόμετρο πάνω από το Αιγαίο και απολαμβάνουν δροσερές νύχτες που συντηρούν το διαλεχτό άρωμα του Μοσχοφίλερου αναζωογονητικό.
«Αμπελώνες στην Μαντίνεια της κεντρικής Πελοποννήσου βρίσκονται στα 700 μέτρα υψόμετρο πάνω από το Αιγαίο και απολαμβάνουν δροσερές νύχτες που συντηρούν το διαλεχτό άρωμα του Μοσχοφίλερου αναζωογονητικό.
Αρκετά άλλα ελληνικά κρασιά οφείλουν το ανανεωτικό τους άρωμα και γεύση στα θαλασσινά αεράκια… Κάποια κρασιά, όπως το κόκκινο Μαυροκουντουρά και το λευκό κρητικό Μελισσάκι ήταν άγνωστα ακόμη σε μένα» παραδέχεται η Ρόμπινσον.
«Η Ρομπόλα», διευκρινίζει η κριτικός οίνων, «είναι ένα λευκό κρασί με χαρακτηριστική γεύση από την Κεφαλονιά, που φέρνει, πιθανώς, στο μυαλό μνήμες της ταινίας το Μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι.
Το Χυδηριώτικο από τη Λέσβο θεωρείται μοναδικό, θυμίζοντας σε όλους ότι υπάρχουν κι άλλες πτυχές του νησιού εκτός από τα τραγικά συνωστισμένα καμπ προσφύγων.
Το Μοσχάτο και το εξωτικό Φωκιανό είναι ιδιαίτερα γλυκά κρασιά από τη Σάμο. Η Κρήτη έχει εξελιχθεί σε πηγή ντόπιων, ιδιαίτερα χαρακτηριστικών ποικιλιών με παραγωγούς όπως ο Δουλουφάκης και ο Λυραράκης να παράγουν σε ορεινές περιοχές Βιδιανό, Βηλάνα, Πλυτό και Δαφνί».
Όπως επισημαίνει η κριτικός οίνων, «τα ελληνικά κόκκινα κρασιά έχουν βελτιωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό» ενώ χαρακτηρίζει το «φαντασμαγορικά ηφαιστειογενές» νησί της Σαντορίνης ως τον πιο σημαντικό τόπο παραγωγής κρασιών στην ελληνική επικράτεια.
Η ίδια ξεχωρίζει «το αριστοκρατικό Ασύρτικο, το Αηδάνι και το Αθήρι» ενώ υπογραμμίζει ότι στο νησί υπάρχουν αμπέλια που λέγεται ότι είναι από 100 έως και 200 ετών.
Πηγή, Financial Times, ΑΜΠΕ
«Η Ρομπόλα», διευκρινίζει η κριτικός οίνων, «είναι ένα λευκό κρασί με χαρακτηριστική γεύση από την Κεφαλονιά, που φέρνει, πιθανώς, στο μυαλό μνήμες της ταινίας το Μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι.
Το Χυδηριώτικο από τη Λέσβο θεωρείται μοναδικό, θυμίζοντας σε όλους ότι υπάρχουν κι άλλες πτυχές του νησιού εκτός από τα τραγικά συνωστισμένα καμπ προσφύγων.
Το Μοσχάτο και το εξωτικό Φωκιανό είναι ιδιαίτερα γλυκά κρασιά από τη Σάμο. Η Κρήτη έχει εξελιχθεί σε πηγή ντόπιων, ιδιαίτερα χαρακτηριστικών ποικιλιών με παραγωγούς όπως ο Δουλουφάκης και ο Λυραράκης να παράγουν σε ορεινές περιοχές Βιδιανό, Βηλάνα, Πλυτό και Δαφνί».
Όπως επισημαίνει η κριτικός οίνων, «τα ελληνικά κόκκινα κρασιά έχουν βελτιωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό» ενώ χαρακτηρίζει το «φαντασμαγορικά ηφαιστειογενές» νησί της Σαντορίνης ως τον πιο σημαντικό τόπο παραγωγής κρασιών στην ελληνική επικράτεια.
Η ίδια ξεχωρίζει «το αριστοκρατικό Ασύρτικο, το Αηδάνι και το Αθήρι» ενώ υπογραμμίζει ότι στο νησί υπάρχουν αμπέλια που λέγεται ότι είναι από 100 έως και 200 ετών.
Πηγή, Financial Times, ΑΜΠΕ
Ένα like φέρνει... χαμόγελα