Νέα έρευνα Ελλήνων και ξένων επιστημόνων επισημαίνει ότι η κλιματική αλλαγή αποτελεί βασική απειλή, που μπορεί να οδηγήσει στην εξαφάνιση της οχιάς της Πίνδου.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Έντβαρντ Μιτσέι του Κέντρου Οικολογικής Έρευνας της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών, εκτιμούν ότι έως το 90% των ορεινών ενδιαιτημάτων της εν λόγω οχιάς θα καταστούν αφιλόξενα έως το τέλος της δεκαετίας του 2080 λόγω ανόδου της θερμοκρασίας.
Η οχιά της Πίνδου ή νανόχεντρα είναι η μικρότερη οχιά της Ελλάδας, φθάνοντας σε μήκος τα 35 έως 45 εκατοστά. Ζει σε απομονωμένα αλπικά και υποαλπικά λιβάδια στην ελληνική οροσειρά της Πίνδου και στη νότια Αλβανία, συνήθως σε υψόμετρο άνω των 1.400 μέτρων. Θεωρείται ξεχωριστό είδος (Vipera graeca) και το δηλητήριό της μπορεί να θεωρείται σχετικά ασθενές, όμως σίγουρα απαιτείται φροντίδα από νοσοκομείο αν σας δαγκώσει ώστε να μην υπάρξει επικίνδυνη εξέλιξη για τη ζωή σας.
Στη χώρα μας υπάρχουν και άλλα είδη οχιάς (κοινή, οθωμανική, της Μήλου, αστρίτης), αλλά της Πίνδου θεωρείται από τη Διεθνή Ένωση Προστασίας του Περιβάλλοντος (IUCN) κατ’ εξοχήν αυτή που απειλείται ως είδος και ένα από τα ερπετά της Ευρώπης που ήδη αντιμετωπίζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο εξαφάνισης. Η νέα έρευνα δείχνει ότι η κλιματική αλλαγή θα εντείνει σημαντικά αυτόν τον κίνδυνο στο μέλλον.
Η οχιά της Πίνδου είναι προσαρμοσμένη στο κρύο περιβάλλον και θεωρείται άκρως ευάλωτη στην άνοδο της θερμοκρασίας και στην ξηρασία λόγω της κλιματικής αλλαγής. Ήδη, σύμφωνα με τους ερευνητές, τα καλοκαίρια είναι πολύ ζεστά για το συγκεκριμένο φίδι, δυσκολεύοντας την έξοδο από τη φωλιά του και τη διατροφή του.
Η λεκάνη της Μεσογείου, που περιλαμβάνει την Ελλάδα, αναμένεται να γίνει σημαντικά ξηρότερη τις επόμενες δεκαετίες, καθώς προβλέπεται ότι θα μειωθούν οι βροχοπτώσεις. Παράλληλα, θα μειωθούν οι πληθυσμοί των εντόμων που αποτελούν την τροφή της οχιάς, ενώ και οι βοσκοί της Πίνδου σκοτώνουν συχνά τις οχιές, επειδή κατά καιρούς δαγκώνουν τα πρόβατά τους.
Από ελληνικής πλευράς, στη μελέτη συμμετείχαν o καθηγητής Στέφανος Ρούσος (Τμήμα Βιολογικών Επιστημών Πανεπιστημίου του Βόρειου Τέξας ΗΠΑ) και οι ερπετολόγοι Μαρία Δημάκη (Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας) και Γιάννης Ιωαννίδης (Βιόσφαιρα). Πηγή, διεθνές περιοδικό «Oryx».
This website uses cookies to improve your experience while you navigate through the website. Out of these cookies, the cookies that are categorized as necessary are stored on your browser as they are essential for the working of basic functionalities of the website. We also use third-party cookies that help us analyze and understand how you use this website. These cookies will be stored in your browser only with your consent. You also have the option to opt-out of these cookies. But opting out of some of these cookies may have an effect on your browsing experience.
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Any cookies that may not be particularly necessary for the website to function and is used specifically to collect user personal data via analytics, ads, other embedded contents are termed as non-necessary cookies. It is mandatory to procure user consent prior to running these cookies on your website.