Γιατί οι επιστήμονες επιμένουν να αερίζουμε, συνεχώς, τους εσωτερικούς χώρους. Ειδικά τώρα…

Υγεία

Ο πολύ καλός αερισμός των εσωτερικών χώρων των σπιτιών και των γραφείων, δεν προστατεύει απλώς τα μέλη μιας οικογένειας και τους εργαζόμενους, από την πιθανή έκθεσή τους στον κορονοϊό, αλλά τους προφυλάσσει και από αναπνευστικά προβλήματα, που δύναται να προκαλέσει σε ευπαθείς ομάδες, όπως τα παιδιά, ή τους ηλικιωμένους, το μεγάλο χημικό φορτίο από την εντατική χρήση απολυμαντικών, άλλων απορρυπαντικών, αλλά και του διοξειδίου.

Ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του Τμήματος Χημικών Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης, επισημαίνει: «Συνιστάται καλός αερισμός των σπιτιών και γραφείων, έτσι κι αλλιώς, για λόγους αποφυγής της έκθεσης στον ιό. Αυτό, όμως, βοηθάει και στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα στον εσωτερικό χώρο». Και προσθέτει: «Πολλά από τα χημικά στα απορρυπαντικά είναι καρκινογόνα και γι’ αυτό είναι αναγκαίο να ακολουθεί ο κόσμος τις οδηγίες που αναγράφονται στις συσκευασίες για τη χρήση τους, ώστε να μην επιβαρύνεται υπερβολικά το χημικό φορτίο στους εσωτερικούς χώρους. Είναι γεγονός ότι για να προστατεύσουν οι γονείς τα παιδιά κάνουν ακόμη πιο εντατικό καθαρισμό στα παιδικά αντικείμενα και χώρους, που σημαίνει ότι είναι μεγαλύτερη η έκθεση των παιδιών στα χημικά. Μη δώσουμε το λάθος μήνυμα, αυτή τη στιγμή προτεραιότητα είναι η καλή απολύμανση των εσωτερικών χώρων έναντι του ιού, αλλά σε όλα τα πράγματα υπάρχει μέτρο, που σημαίνει ότι ακολουθούμε τις οδηγίες στα απολυμαντικά προϊόντα, οι οποίες υπάρχουν για κάποιον σκοπό».

Αποτέλεσμα εικόνας για αερίζουμε εσωτερικούς χώρους

Και επειδή αυτή την περίοδο “Μένουμε Σπίτι” οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι τα αυξημένα επίπεδα διοξειδίου μέσα σε κλειστούς χώρους αποτελούν κίνδυνο για την υγεία.
Δεν αποτελεί μόνο το διοξείδιο της ατμόσφαιρας κίνδυνο για την κλιματική αλλαγή, αλλά και το διοξείδιο μέσα σε κλειστούς χώρους συνιστά απειλή για την υγεία, σύμφωνα με μια νέα επιστημονική μελέτη.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Μάικλ Χέρνκε του Πανεπιστημίου του Ουισκόνσιν-Μάντισον, εξέτασαν 18 έως τώρα έρευνες πάνω στο ζήτημα, που δείχνουν ότι τα αυξημένα επίπεδα διοξειδίου μέσα σε κρεβατοκάμαρες, γραφεία, σχολικές τάξεις και άλλα κτίρια μπορούν να έχουν επιβλαβείς συνέπειες για το σώμα, μεταξύ άλλων επηρεάζοντας αρνητικά τις νοητικές λειτουργίες.

Μια από τις 18 έρευνες που εξετάσθηκαν, βρήκε ότι αν στη διάρκεια μιας μέρας οι εργαζόμενοι εκτεθούν στον χώρο εργασίας τους σε επίπεδα διοξειδίου 1.400 ppm, έχουν κατά μέσο όρο 50% χειρότερες γνωσιακές επιδόσεις σε σχέση με εκείνους που δούλεψαν σε συνθήκες μόνο 550 ppm διοξειδίου. Επίσης πειράματα σε ζώα έχουν δείξει ότι η έκθεση τους για λίγες ώρες σε 2.000 ppm διοξειδίου συνδέεται με φλεγμονώδεις αντιδράσεις που μπορούν να επιφέρουν βλάβες στα αγγεία του αίματος τους.

Η παρατεταμένη έκθεση σε επίπεδα 2.000 έως 3.000 ppm συνδέεται με αυξημένο στρες, βλάβες στα νεφρά και στα οστά. Πηγή, περιοδικό για θέματα περιβαλλοντικής έρευνας Nature Sustainability, ΑΜΠΕ