Έρευνα του Χάρβαρντ για το γιαούρτι. Να, γιατί μας προστατεύει από σοβαρότατη ασθένεια

Διατροφή

Νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα υποστηρίζει ότι η κατανάλωση δύο ή περισσότερων μερίδων γιαουρτιού εβδομαδιαίως συμβάλλει σε μειωμένο κίνδυνο ανάπτυξης προκαρκινικών αδενωμάτων στο έντερο.

Τα δεδομένα της μελέτης δείχνουν ότι η θετική επίδραση του γιαουρτιού είναι ακόμη εντονότερη για τα μορφώματα (πολύποδες) που είναι πιο πιθανό να εξελιχθούν σε καρκίνους.

Προηγούμενες έρευνες έχουν ήδη δείξει τα θετικά αποτελέσματα του γιαουρτιού κατά της ανάπτυξης καρκίνου, ενώ η νέα μελέτη είναι η πρώτη που διερευνά τη συσχέτιση μεταξύ γιαουρτιού και προκαρκινικών αδενωμάτων.

Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον και της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ εξέτασαν τη διατροφή και την ανάπτυξη αδενωμάτων σε 32.606 άνδρες και 55.743 γυναίκες που παρακολουθήθηκαν από το 1986 έως το 2012.

Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν πως ο κίνδυνος για εμφάνιση αδενώματος μειωνόταν κατά 19% σε όσους κατανάλωναν πάνω από δυο φορές την εβδομάδα γιαούρτι. Η μείωση έφτανε το 26% για τα αδενώματα που ήταν πιο επικίνδυνο να εξελιχθούν σε καρκίνο και για εκείνα που βρίσκονται στο κόλον του παχέος εντέρου και όχι στο ορθό.

Γιαούρτι: Η κατανάλωσή του συμβάλει στην καλή υγεία της καρδιάς ...

Ως πιθανή εξήγηση για τα αποτελέσματα αυτά οι ερευνητές επισημαίνουν ότι δύο βακτήρια που βρίσκονται συνήθως σε ζωντανό γιαούρτι (Lactobacillus bulgaricus και Streptococcus thermophilus), μπορεί να μειώσουν τον αριθμό των καρκίνων που προκαλούν διάφορες χημικές ουσίες στο έντερο.

Σε ό,τι αφορά το εύρημα ότι το γιαούρτι προστατεύει περισσότερο από τα αδενώματα που αναπτύσσονται στο κόλον, αυτό μπορεί εν μέρει να οφείλεται στη χαμηλότερη οξύτητα (pH) σε αυτό το μέρος του εντέρου, καθιστώντας το πιο φιλόξενο περιβάλλον γι’ αυτά τα βακτήρια.

Εναλλακτικά, το γιαούρτι μπορεί να έχει αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες και να μειώνει τη «διαρροή» του εντέρου, καθώς τα αδενώματα σχετίζονται με αυξημένη διαπερατότητα του εντέρου. Πηγή, γαστρεντερολογικό περιοδικό «Gut».